Ένα γεφύρι 2.300 και πλέον χρόνων, από την εποχή του Επαμεινώνδα του Θηβαίου.
Βρίσκεται στην τοπική κοινότητα Νεοχωρίου του δήμου Οιχαλίας, στην έξοδο του χωριού από Μελιγαλά, στην περιοχή της αρχαίας Βαλύρας. Ενώνει τα χωριά Μελιγαλά, Νεοχώρι και Μαγούλα (Στενύκλαρος) και λέγεται και “δυοφύρι της Μαυροζούμενας” ή “ Τρικέφαλο γεφύρι”. Στην περιοχή είναι γνωστό σαν “Γέφυρα Βαλύρας” ή “ Τρίστατο γεφύρι της Μαυροζούμενας”.
Το τρικέφαλο γεφύρι της Μαυροζούμενας.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για τρεις γέφυρες σε σχήμα Υ στη θέση “Διπόταμο”, στο σημείο ακριβώς που ενώνονται τα ποτάμια Χάραδρος (Τζαμής) και Ξάστερος (Λευκασίας). Τα δυο αυτά ποτάμια ενώνονται αμέσως μετά το γεφύρι και δημιουργούν έτσι τον ποταμό Βαλύρα ή Μαυροζούμενα (Παραπάμισος ή Πίρνατσα ή Πύρνακας), που στο Πλατύ συναντιέται με τον ποταμό του Αγίου Φλώρου δημιουργώντας από κοινού τον Πάμισο που εκβάλει στην “Μπούκα”, του μεσσηνιακού κόλπου.
Η κατασκευή του ανάγεται στον 4ο π.χ αιώνα, την εποχή ακριβώς που χτίστηκαν και τα τείχη της αρχαίας Ιθώμης των Μεσσηνίων από τον Θηβαίο στρατηγό Επαμεινώνδα, ενώ άλλοι θεωρούν ότι είναι χτίσμα του 2ου αιώνα και η τοιχοδομία του είναι παρόμοια με τα τείχη της αρχαίας Μεσσήνης.
Κάτοψη της γέφυρας. Abel Blouet 1831
Λέγεται ότι είχε 17 καμάρες και η θεμελίωσή της στο κατώτατο μέρος της αποτελείται από ορθογώνιους μεγάλους λίθους.
Έχει υποστεί στο πέρασμα του χρόνου κάποιες βυζαντινές και τούρκικες προσθήκες και παρεμβάσεις.
Το αρχαίο από κατάντη ορθογώνιο παράθυρο. Abel Blouet 1831
Κάποια ανακατασκευή του φαίνεται ότι έγινε τον 12ο ή 13ο αιώνα από τη χήρα του στρατηγού Μαυροζούμη, Ελένη, που κατοικούσε επί Βυζαντίου στο Νεοχώρι, από την οποία πήρε και το όνομά της. Ίσως πρόκειται για τον στρατηγό Ιωάννη Μαυροζούμη (ή κάποιον απόγονό του), που διατάχτηκε από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο το 1185, να σπεύσει από την Πελοπόννησο και να βοηθήσει τη Θεσσαλονίκη από την πολιορκία των Νορμανδών. Όπως λέει ο Γιάννης Κορδάτος “επίσης ο στρατηγός Ιωάννης Μαυροζούμης (Μαυροζώμη τον αναφέρει), που διατάχτηκε από την Πελοπόννησο να κινητοποιήσει το στρατό του και νάρθει να ενισχύσει την άμυνα της Θεσσαλονίκης, όργανο και αυτός των φεουδαρχών, ενώθηκε με τους Νορμανδούς”. Επίσης ο εν λόγω Έλληνας ιστορικός αναφέρει, σε τεκμηρίωση των παραπάνω, ότι και ο Παπαρρηγόπουλος γράφει πως “ο Ιωάννης Μαυροζώμης φοβηθείς μη πάθη παρ' Ανδρονίκου δεινόν τι, προετίμησε να εισέλθη εις την κινδυνεύουσαν πόλιν, και επιτέλους, επειδή είδεν ότι ελπίς σωτηρίας δεν υπήρχε, συνετάχθη, ως φαίνεται, μετά των πολεμίων. Τουλάχιστον κατά την ημέραν της αλώσεως αναφέρεται υπό του Ευσταθίου (Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης) φιλικώς οπωσούν προς ένα των ηγεμόνων αυτών διακείμενος”. (1)
E. A. Martel 1892
Η τοξωτή ανoδομή της γέφυρας έγινε
επί τουρκοκρατίας, αναφέρεται από τον Παυσανία και λέγεται ότι είναι το
αρχαιότερο σε πλήρη λειτουργία γεφύρι στην Ευρώπη με τεχνική, που μοιάζει μ'
αυτή της Μυκηναϊκής περιόδου. Την ίδια εποχή, κατά τον Ιωνά Κεφάλα (δικαστικός
και λογοτέχνης) από τη Λάμπαινα (Λέζι), απόγονος του Παναγιώτη Κεφάλα που
σκοτώθηκε μαζί με τον Παπαφλέσσα στο Μανιάκι το 1825, χτίστηκαν συνολικά 7
γέφυρες. Οι 6 στον Μαυροζούμενα (Βαλύρα) και η μία στον Πάμισο.
Παλιά φωτογραφία του γεφυριού.
Από το σημείο αυτό περνούσε η παλιά οδός της Αρκαδικής πύλης της Μεσσήνης, που διασταυρωνόταν μ' αυτήν που ερχόταν από τις Φαρές και την Θουρία και μέσω του γεφυριού οδηγούσε στο μεσσηνιακό θρησκευτικό κέντρο της Ανδανίας και στην Αρκαδία.
Πρόκειται για μοναδικό δείγμα γέφυρας, όπως αναγράφεται σε ταμπέλα που έχει στηθεί δίπλα, κατασκευασμένης αντίστροφα προς το ρεύμα των ποταμών, γεγονός που μαρτυρά την πρωτοποριακή τεχνική των μαστόρων της αρχαιότητας.
Είναι παλιό σαν και το γεφύρι της Άρτας όπως επίσης και αυτό λέγεται ότι είναι στοιχειωμένο από το φάντασμα της γυναίκας, που χρειάστηκε να χτιστεί στα θεμέλιά του για να στεριώσει. Είναι επίσης τόσο παλιά όσο του Άργους και της Ελευσίνας.
Η επιγραφή. Βέης Νίκος.
«Χριστιανικαί επιγραφαί Μεσσηνίας μετά σχετικών αρχαιολογημάτων»
Ο Ν. Βέης, βυζαντινολόγος, καθηγητής πανεπιστημίου και ακαδημαϊκός (1883-1958), διάβασε δυσανάγνωστη επιγραφή με κεφαλαία γράμματα στο δεξί μέρος της πρώτης καμάρας στο δυτικό μέρος του γεφυριού.
“ ΕΚΠΕΡΕΩΘΗ ΤΟ ΔΗΟΦΙΡΙ ΤΗΣ
ΜΑΥΡΟΖΟΥΜΕΝΗΣ
ΔΙΕΞΟΔΟΝ ΕΜΟΥ ΣΙΝΑΝ ΣΟΥΜΠΑΣΙ-ΟΥ
ΚΑΡΙΤΕΝΟΥ
Δηλαδή, ¨Επισκευάστηκε το γεφύρι της Μαυροζούμενας, με έξοδα εμού του Σινάν Σουμπασίου από την Καρύταινα”.
Η επιγραφή ανακαίνησης της γέφυρας. Φώτο: Αργύρης Πετρονώτης.
Πότε και τι αφορούσαν αυτές οι επισκευές μας είναι άγνωστο.
Η βάση του γεφυριού είναι καλυμμένη από στρώμα ασφάλτου για τις ανάγκες του σαν δημοσίας οδού, κάτω όμως απ' αυτό υπάρχει καλντερίμι ενώ πάνω του έχουν τοποθετηθεί σιδερένια διαχωριστικά. Οι καμάρες του είναι σκεπασμένες με άγρια βλάστηση και ασφαλώς χρειάζεται καθαρισμός όπως επίσης επισκευές και συντηρήσεις από ειδικούς.
Τα οξυκόρυφα τόξα απο Μελιγαλά. Abel Blouet 1831
Τα σιδερένια στηθαία δεξιά και αριστερά του γεφυριού είναι νεότερες προσθήκες , που έγιναν επί χούντας.
Από κατάντη διακρίνουμε 7 καμάρες και ένα μικρό ανακουφιστικό άνοιγμα, στο αριστερό δυτικό σκέλος κάτω χαμηλά, χτισμένο με γιγάντιες πέτρες μυκηναϊκής τεχνοτροπίας. Στο βόρειο σκέλος του γεφυριού υπάρχουν δύο καμάρες, ενώ συνολικά το γεφύρι έχει 9 καθώς επίσης και το μικρό ανακουφιστικό άνοιγμα. Το πλάτος του γεφυριού είναι 5,20 και το μήκος στον Νότιο τομέα 119,20 και τον Βόρειο 40,00 μέτρα
Οι ντόπιοι λένε ότι υπάρχουν συνολικά 17 καμάρες, οχτώ επιπλέον δηλαδή συμφωνώντας έτσι με τις αρχαίες μαρτυρίες, που βρίσκονται χωμένες στο βόρειο και τον ανατολικό τομέα του γεφυριού.
Οι μεταλλικές παρεμβάσεις. (Φώτο: Αρχείο Γεφυριών Πελοποννήσου).
Βασικά ο βόρειος τομέας με τις εκεί δύο καμάρες του, είναι ανενεργός και ανακούφιζε (και ανακουφίζει) το γεφύρι από τα κατά περιόδους κατεβάσματα του Χάραδρου.
Ο Ξάστερος (Λευκασία ή Άμφιτος ή Μηλέικο ποτάμι) έρχεται από τα χωριά Ψάρι, Βασιλικό, βρυσοχώρι, Μάνθι, Μίλα ( Μήλα ή Μύλα, από τον Μύλη που ήταν γιος του πρώτου βασιλιά της Σπάρτης Λέλεγου. Στη Μύλη αποδίδεται η εφεύρεση κατασκευής του μύλου.) (2), ενώ ο Χάραδρος (Τζαμής) από την Αγία Θεοδώρα Αρκαδίας και Βάστα.
Κάθε ένας από τους τρεις βραχίονες της γέφυρας αντιστοιχεί σ' έναν από τους τρεις δρόμους που ενώνονται σ' αυτό το σημείο.
Φώτο του 1930. Antoine Bon. "Ταξίδι στην Ελλάδα", έκδοση 1934. |
Η γέφυρα από βορρά, πριν το 1883. Πηγή: Αργύρης Πετρονώτης. Από το αρχείο Αντώνη Γαλερίδη.΄
Και συνεχίζει ο Γαλλος Περιηγητής: “...ο ποταμός δέχεται από τη δεξιά όχθη του ένα ποταμάκι του όρους Εύα, προερχόμενο από το χωριό Κωνσταντίνοι, και μια λεύγα πιο κάτω, δέχεται τον Μαυροζούμενα ή ποτάμι της Μεσσήνης, ο οποίος διοχετεύει στον Πάμισο τα νερά δεκατεσσάρων παραποτάμων του, προτού φτάσει στο προαναφερόμενο τριπλό γεφύρι. Τα χωριά Τζεφερεμίνη και Πήδημα τροφοδοτούν τον Πάμισο από την αριστερή όχθη του, με τα δυο τελευταία ποτάμια τα οποία επαυξάνουν το ρεύμα του...από αυτό το σημείο συμβολής και έπειτα, ο Πάμισος έχει μια ομαλή ροή καταλαμβάνοντας όλη την κοίτη του μέχρι τη θάλασσα, όπου χάνεται μέσα σ' ένα λιμανάκι, γνωστό στους θαλασσινούς ως Νησί, ή Μπούκα της Καλαμάτας.”(4)
Από τη μαρτυρία του Πουκεβίλ φαίνεται ότι το γεφύρι, ίσως, είναι παλιότερο της εποχής του Επαμεινώνδα, χτισμένο πάνω στα βάθρα παλιότερου, κυκλώπειας τεχνικής. Φαίνεται, επίσης, ότι είχε στηθαία, τα οποία πιθανώς καταστράφηκαν αργότερα λόγω επισκευής ή επέκτασης του καταστρώματος του γεφυριού της Μαυροζούμενας.
Από Βορρά το γεφύρι και η Ιθώμη. 1858. Σκίτσο Thomas Wyse.
Μαζί με αυτά του Αλφειού στην Καρύταινα, της Ρασίνας (Ελληνιστικό γεφύρι) στη Λακωνία και του Κόπανου στον Ευρώτα, είναι τα τέσσερα γεφύρια που σχολιάστηκαν και σχεδιάστηκαν περισσότερο απ' όλα τ' άλλα από τους ιστορικούς και τους περιηγητές της εποχής τους αλλά και μεταγενέστερα.
Υπάρχει και μια ακόμη μαρτυρία για το γεφύρι που λέει ότι "...ακολουθώντας τις όχθες του Μαυροζούμενου σε μισή ώρα φτάσαμε σε μια αξιομνημόνευτη γέφυρα, που προσέχεται από κάθε ταξιδιώτη και που ο Curtius το χαρακτηρίζει ως το εντυπωσιακότερο μνημείο του είδους του στην Ελλάδα...Συνήθως ονομάζεται Μαυροζούμενος, αλλά και μερικές φορές Πιρνάτζα, μια εκσυγχρονισμένη παραφθορά του Πάμισου, που ποτίζει την κάτω πεδιάδα της Μεσσηνίας...Είναι ένα είδος τριπλής γέφυρας, αρκετού ύψους και πλάτους που εξασφαλίζει το ελεύθερο πέρασμα κάθε εποχή του χρόνου, όχι μόνο την προστασία από την πορεία του ποταμού αλλά και από το ξεχείλισμα του ποταμού. Από πρώτη ματιά η κατασκευή φαίνεται σαν μεσαιωνική ή οθωμανική, όπως φαίνεται από τα οξυκόρυφα τόξα και το μικρό πλάτος. Με μια πιο προσεκτική παρατήρηση μάλλον είναι αποτέλεσμα επισκευών πάνω σε ερείπια μιας παλιάς Ελληνικής κατασκευής. Ένα άνοιγμα, αντί για τόξο επιτρέπει το πέρασμα του νερού και υπάρχουν και άλλα. Αυτά τα ανοίγματα μοιάζουν πολύ με εκείνα που υπάρχουν στους πύργους και τα τείχη της Μεσσήνης. Σε μια πέτρα στην βορειοδυτική πλευρά ή στην είσοδο της γέφυρας από τη μεριά της Ιθώμης βρήκαμε μια επιγραφή σε κακή κατάσταση. Ήταν γραμμένη με σύγχρονους χαρακτήρες. Συνεπώς το γεφύρι χρονολογείται από το ξαναχτίσιμο της Μεσσήνης από τον Επαμεινώνδα. Δεν είναι καθαρό αν πρόκειται για την αρχική κατασκευή ή απλά επισκευάστηκε εκείνη την εποχή. Πιθανότατα ισχύει το πρώτο, αφού φαίνεται δεν ήταν δυνατό να υπήρχε μεγάλη ανάγκη για μόνιμη γέφυρα πριν". (5)
Δυτικά, από Νιχώρι. Πηγή: Αργύρης Πετρονώτης.
Έχει χαρακτηριστεί μνημείο και είναι από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της περιοχής αλλά και της χώρας, τόσο για την παλαιότητά της, όσο και για την αρχιτεκτονική της.
Το σπουδαίο και ιστορικό αυτό γεφύρι που έχει φωτογραφηθεί, σχεδιαστεί και δημοσιευθεί περισσότερο από κάθε άλλο στην Πελοπόννησο από περιηγητές, ιστορικούς, φωτογράφους και άλλους και το οποίο με τις διάφορες ανασκευές, προσθήκες και επισκευές χρησιμοποιείται αδιάλειπτα από την κατασκευή του μέχρι σήμερα –ίσως και να είναι μοναδική περίπτωση στην Ευρώπη- θα πρέπει να τύχει της ανάλογης προσοχής από τους αρμοδίους με την δημιουργία σχεδίου ανάδειξής του.
Σκίτσο γεφυριού. Πηγή: Αργ. Πετρονώτης
Σημειώσεις-βιβλιογραφία.
1. Γ. Κορδάτος. Μεγάλη ιστορία της Ελλάδας. Βυζάντιο Α'. Εκδόσεις 20ος αιώνας. Αθήνα 1959. Σελ. 577
2. Γ.Δ.Λύρας. Τοπική ιστορία Μεσσηνίας. Οδοιπορικό (4 διαδρομές) σελ. 47 Πάτρα-Βαλύρα – Μάιος 2010.
.
Η στήριξη στην αρχαία τοιχοποιία. Πηγή: Αργύρης Πετρονώτης.
Το γεφύρι σε ζωγραφική του 1907. (6)
3. Πουκεβίλ. Ταξίδι στην Ελλάδα. Πελοπόννησος σελ. 435, 440. Εκδόσεις Συλλογή. Αφοί Τολίδη. Αθήνα 1995
4. Ομοίως, σελ. 448-449.
5. An excursion in the Peloponnesus in the year 1858. London 1865.
6. Από το βιβλίο Greece painted by John Fuleylove, R.I. described by the Rev. J.A. M' Clymont Published by A. and C. Black. London 1907.
7. 1929-30. Συλλογή Axel Persson.
Δείτε στο παρακάτω video για το γεφύρι της Μαυροζούμενας: