Αρχείο Γεφυριών Πελοποννήσου

Αρχείο Γεφυριών Πελοποννήσου
Πετρογέφυρα: διαδρομές...της φύσης τα καμώματα...δημιουργήματα...μνήμες...αναφορές...βιώματα

Τιμή στους μάστορες, που άφησαν με τα εμπνευσμένα έργα των χεριών τους το ίχνος τους στην ιστορία της νεοελληνικής αισθητικής, σμιλεύοντας την πέτρα και δαμάζοντας το νερό της Πελοποννησιακής γης, με την απαράμιλλη τεχνική τους, τη φλόγα της ψυχής τους και το σεβασμό στη φύση.
Ας γνωρίσουμε αυτούς και τα έργα τους.

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2021

Γεφύρι Κρυόβρυσης.

  Βρίσκεται στη μέση της Κρυόβρυσης (Δερβινή ή Βερβινή, υψόμετρο 1020 μ. ανάμεσα σε Ερύμανθο και Λάμπεια όρη) γεφυρώνοντας τον Δερβιναίϊκο Πηνειό που διασχίζει το χωριό, σε  άσχημη κατάσταση ενώ παλιά είχε και στηθαία πριν ο επέμβει ο πολιτισμός και το τσιμεντοποιήσει, φορτώνοντάς το προβλήματα και στερώντας του την χάρη και την ομορφιά που του είχαν χαρίσει οι χτίστες του.

                 Τωρινή κατάσταση. Φώτο: Αρχείο Γεφυριών Πελοποννήσου (ΑΓΠ)

   Κάποιοι ντόπιοι θεωρούν ότι χτίστηκε επί τουρκοκρατίας, το πιθανότερο είναι όμως να είναι κατασκευή των σπουδαίων Λαγκαδινών μαστόρων της πέτρας στις αρχές του 20ού αιώνα.

   Ενώνει το κυρίως χωριό με τη συνοικία Μαρτζακλαίϊκα και οι διαστάσεις του είναι: 

Άνοιγμα καμάρας: 7,70 μ.

Ύψος: 5,40 μ.  

Πλάτος: 3 μ.

Μήκος: 19 μ.

 Ο ντόπιος Παναγιώτης Θ. Παπαθεοδώρου, θεολόγος, που ο προπάππος, ο παππούς και ο πατέρας του από το 1882 μέχρι το 1970 ήταν παπάδες στο χωριό του μας δίνει σημαντικές πληροφορίες για την τοπογραφία της περιοχής και κυρίως για το πετρογέφυρο της Δερβινής , τους κατασκευαστές του, το χρόνο χτισίματός του, την επέκτασή του, κλπ. αναφέροντας:  
         

Η επιφάνεια διάβασης. Φώτο ΑΓΠ


.

"Τη Δερβινή  (σήμ. Κρυόβρυση) διασχίζει από Βορρά προς Νοτιοδυτικά ένα κεντρικό ποτάμι (παραπόταμος του Πηνειού) που έχει τις πηγές του στον Ερύμανθο και που τροφοδοτείται, ιδιαίτερα το χειμώνα μέχρι και την άνοιξη, από παραπόταμους, χείμαρρους και ρέματα. Σε ορισμένα σημεία του ποταμιού αυτού παλιότερα ψαρεύαμε!

  Με τις μεγάλες καταιγίδες στην περιοχή δημιουργούνται κατεβασιές, που τα ορμητικά νερά τους παρασέρνουν χώματα, κορμούς δένδρων, μεγάλες πέτρες, ζώα κλπ. Υπάρχουν όμως και περίοδοι ξηρασίας, γι’ αυτό τώρα έχουν εξαφανισθεί τα ψάρια.

Τα ποτάμια αυτά, σε παλαιότερες εποχές που είχαν πολλά νερά, οι κάτοικοι του χωριού ήταν αναγκασμένοι να τα διαβαίνουν, για να πάνε στις δουλειές τους. Γι’ αυτό κατασκεύαζαν σε διάφορα σημεία ξυλογέφυρα με κορμούς ψηλών ελάτων που αφθονούν στις πλαγιές του βουνού. Ένωναν τους κορμούς αυτούς με σανίδες και καδρόνια, για να μην μετακινούνται, ενώ στα πλάγια τοποθετούσαν λεπτά μαδέρια για να πιάνονται οι περαστικοί.

Μετά τις προσθήκες Φώτο: Ελένη Ψυχογιού. (1)
 Σε ορισμένα ξυλογέφυρα περνούσαν  παλιότερα και γιδοπρόβατα. Μάλιστα το ξυλογέφυρο που ήταν κάτω από το Μπουζακλαίικο σπίτι το ονόμαζαν γιδογιόφυρο. Ξυλογέφυρα είχαν κατασκευαστεί σε πολλά σημεία κατά μήκος των ποταμιών, όπως στην Ταβέρνα, στο Κλήμα, στο Μελίσσι, στο Μποβέτι, στο Στόμπο, στο Μπερδεσολάγκαδο κλπ. Μερικά απ’ αυτά αντικαταστάθηκαν αργότερα με τσιμεντένια γεφύρια για να περνούν επάνω και αυτοκίνητα. Τέτοια γεφύρια έγιναν στη Διακότρυπα, στο Κλήμα και στο Μπερδεσολάγκαδο. Μικρότερα τσιμεντογέφυρα έγιναν και σε χείμαρρους.

   Ξυλογέφυρο ήταν αδύνατο να διευκολύνει την επικοινωνία του κέντρου του χωριού με τον απέναντι συνοικισμό των Μπαρτζακλαίων, γι΄αυτό οι κάτοικοι του χωριού στράφηκαν από παλιά σε μόνιμη λύση με κατασκευή πέτρινου γεφυριού.

   Η ευκαιρία δόθηκε, όταν οι Λαγκαδινοί μαστόροι κατασκεύαζαν το Δημοτικό Σχολείο του χωριού (1905-1907). Τότε, λένε οι παλιότεροι, κατασκευάστηκε και το Πετρογέφυρο της Δερβινής από τους ίδιους χτίστες, ενδεχομένως από χρήματα του κληροδοτήματος του Ανδρέα Συγγρού, όπως και το σχολείο, ύστερα από παρέμβαση κάποιου ή κάποιων παραγόντων.

   Η τοιχοποιία του πετρογέφυρου έχει πολλές ομοιότητες με την τοιχοποιία του Δημοτικού Σχολείου. Η επεξεργασία της πέτρας και των δύο χτισμάτων δείχνει τεχνίτες με μεράκι, όπως ήταν οι Λαγκαδινοί μαστόροι.

   Γεφύρωσαν οι μαστόροι το κυρίως χωριό με τον Μπαρτζακλαίικο συνοικισμό πάνω σε στέρεες βάσεις, στη θέση πιο κάτω από το σπίτι του Παρασκευά Μπούμπαλη, στην αριστερή όχθη του κεντρικού ποταμιού και στην απέναντι, δεξιά όχθη, ανάμεσα στο Κολλυραίικο και Δαλαβουραίικο σπίτι.

Η αρχική του μορφή. Φώτο: Παναγ. Θ. Παπαθεοδώρου
   Το γεφύρι χτίστηκε μονότοξο. Ημικυκλικό, με επίπεδη επιφάνεια διάβασης μήκους 19,80 μ. και πλάτους 3,00 μ. (μείον το πλάτος των στηθαίων των δύο πλευρών 0,30+0,30 μ.), δηλ. καθαρό πλάτος διάβασης 2,40 περίπου μέτρων για πεζούς και φορτωμένα ζώα. Το άνοιγμα της καμάρας του στη βάση, από το ένα πόδι έως το απέναντι είναι 6,28 μ. και το ύψος της καμάρας 4 περίπου μέτρα. Οι διαστάσεις των καμαρολιθιών είναι 0,20 μ. το πλάτος και 0,50 μ. το μήκος του. Το γεφύρι στο δεξί βάθρο του στηρίζεται σε γκαλντεριμένια βάση, ενώ το αριστερό σε ομαλό έδαφος. Στις μεγάλες κατεβασιές του Δερβιναίικου Πηνειού το γεφύρι δεν καλύφθηκε ποτέ από τα νερά του. Άντεξε μέχρι τώρα και στις πιέσεις που δέχτηκε από τους τόνους του νερού που κυλάει, επειδή είχε γερή κατασκευή.

   Δεν είχε γίνει ποτέ συντήρησή του από το χρόνο της κατασκευής του. Αντίθετα κάποιοι εξαφάνισαν τις πελεκητές πέτρες (τα καπάκια) του από τα στηθαία! Παρ’ όλα αυτά οι παλιοί το βλέπαμε και το χαιρόμαστε. Χτίστηκε σε μέρος σχεδόν ξέφωτο, ώστε να μπορεί ο περαστικός να το βλέπει, να το θαυμάζει και να το φωτογραφίζει.

   Όταν το χωριό συνδέθηκε με αυτοκινητόδρομο, φυσικό ήταν να γίνει επέκτασή του και στον απέναντι συνοικισμό, προς το τέλος σχεδόν του 20ου αιώνα. Τότε, οι αρμόδιοι μηχανικοί (?) και άλλοι, αποφάσισαν να διαπλατυνθεί και να ενισχυθεί με σίδερα και τσιμέντα η επιφάνεια διάβασης του υπάρχοντος πετρογέφυρου, για να περνούν πάνω του αυτοκίνητα. Αυξήθηκε το πλάτος της επιφάνειας διάβασης σε 4,42 μ., ενώ το μήκος της παρέμεινε το ίδιο. Τα στηθαία αντικατέστησαν σιδεροδοκοί. Με τις αλλαγές αυτές καλύφθηκε η παλιότερη δομή και όψη του γεφυριού!

   Έτσι, ο πολιτισμός που ήλθε στο χωριό μας κατάστρεψε ένα παραδοσιακό πετρογέφυρο! Χωρίς δισταγμό και σκέψη οι ειδικοί (?) έφτιαξαν με μπαλώματα ένα δήθεν νέο (?) γεφύρι, με την καταστροφή ενός μνημείου από τα ελάχιστα που έχει το χωριό. Οι παλιότεροι θα το διατηρούμε με πικρία στη μνήμη μας και στην ψυχή μας, όπως το είδαμε και το χρησιμοποιήσαμε, οι νεότεροι μπορούν να το βλέπουν μόνο σε φωτογραφία, που προλάβαμε να τραβήξουμε πριν του ¨περάσει σίδερα¨η τεχνολογία! Αλλά, έστω και τώρα, κάθε φιλόκαλος ή και περίεργος ας κάνει μια επίσκεψη στον τόπο της καλλιτεχνίας και της ασχετοσύνης".  (2).

Πρόκειται για μονότοξο γεφύρι, που ενώνει το κυρίως χωριό με τη συνοικία “Μπαρτζακλέϊκα”, εξού και Μπαρτζακλέϊκο γεφύρι, με μια σειρά θολίτες, τώρα χωρίς στηθαία και γεφυρώνει το ποτάμι της “Παναγιάς” ή «Δερβινιώτικος Πηνειός», που είναι ο κύριος βραχίονας του Πηνειού.

Ο Απάνω μύλος. Φώτο. Π. Θ. Παπαθεοδώρου.
 Τρεις νερόμυλοι ήταν χτισμένοι στη βόρεια πλευρά του χωριού, που άλεθαν τα γεννήματα των ντόπιων.  Πρόκειται για τον επάνω μύλο, τον μεσιανό και τον κάτω μύλο. Ο Παναγιώτης Θ. Παπαθεοδώρου (3) μας αναλύει: "Ο επάνω μύλος είναι χτισμένος στο ΒΑ μέρος του χωριού, στη ρίζα ενός ψηλού όχθου, Λέγεται και μύλος του Σπύρου (Δελέγκου), επειδή φαίνεται να στήθηκε απ’ αυτόν. Υπολογίζεται να έγινε αυτό το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, αν δεν προϋπήρχε....Ο γιος του Σπύρου, πούλησε το μύλο του, το 1927, στο συγγενή του Παναή Ν. Αθανασόπουλο. Ο αγοραστής ένα έτος αργότερα, το 1928, μετέφερε το μύλο του χαμηλότερα, στη θέση που βρίσκεται σήμερα, για να δώσει στο μυλοβάγενο μεγαλύτερο ύψος... Όμως οι νέες συνθήκες ζωής, η δραστική μείωση του πληθυσμού του χωριού και η εγκατάλειψη της γεωργίας οδήγησαν στον παροπλισμό του μύλου. 

Μεσιανός μύλος. Φώτο: Π. Θ. Παπαθεοδώρου.
 Ο μεσιανός μύλος στήθηκε από την οικογένεια των Οικονομοπουλαίων. Βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από το κέντρο του χωριού, ανάμεσα στους δύο άλλους. Όταν ο Βγενής Οικονομόπουλος πάντρεψε την κόρη του, έδωσε στον γαμπρό, σε κάποιον Μπούμπαλη, ως προίκα, το μισό μύλο και τον άλλο μισό τον άφησε στο γιο του. Οι δύο αυτοί μυλωνάδες, αφού τον δούλεψαν αρκετά ρόνια, τον κληροδότησαν, κατά τα ίδια μερίδια, στους απογόνους τους...Δυστυχώς και ο μύλος αυτός, λόγω του μεγάλου αριθμού των κληρονόμων, μέρα με την ημέρα, ερημώνει, παρότι βρίσκεται σχετικά σε καλή κατάσταση,,, Ο κάτω μύλος κτίστηκε στη ΒΔ πλευρά του χωριού, στη συμβολή του μυλαύλακου με το Βερβιναίϊκο ποτάμι - παραπόταμο του Πηνειού – αρκετά μακριά από το κέντρο του. 

Κάτω μύλος. Φώτο: Π.Θ. Παπαθεοδώρου.

 Κατά πληροφορίες των συγχωριανών ο μύλος ανήκε αρχικά στο Στέφανο Δημακόπουλο του Δημάκη (ή Μουστρέτση, έτος γέννησης 1839). Ο γιος του Θεόδωρος, στη συνέχεια, τον πούλησε στους αδελφούς Βασίλη (έτος γέννησης 1863) και Γιάννη Παπανικολάου (1858), οι οποίοι με τη σειρά τους μεταβίβασαν τα μερίδιά τους, όταν ήλθε η κατάλληλη στιγμή, στους γιους τους Κώστα (έτος γένν. 1906) και Θεόδωρο (έτος γένν. 1904) αντίστοιχα. Ο συσσωρευμένος κόπος από τη δουλειά, οι επιπτώσεις της υγρασίας στην υγεία τους, καθώς και η ηλικία τους υποχρέωσαν να πουλήσουν το μύλο τους σε άλλο συγχωριανό τους. Μετά από πολλά χρόνια εκμετάλλευσής του από τον αγοραστή ο μύλος, άρχισε να καταρρέει, ώσπου κάποια στιγμή μεταβλήθηκε σε ένα σωρό από πέτρες".

   Ως προς την ύπαρξη και την ονομασία του ονόματος του χωριού φαίνεται ότι προϋπήρχε πριν την  Οθωμανική κατάκτηση, από την εποχή των Παλαιολόγων ή και παλαιότερα, την περίοδο της Φραγκοκρατίας, αφού κάτι τέτοιο φαίνεται από τις φορολογικές καταστάσεις των Οθωμανών.

   "Η πιο παλιά μαρτυρία, μέχρι σήμερα, για την ύπαρξή του είναι εκείνη των Οθωμανικών κατάστιχων, στην αρχή της τουρκοκρατίας στο Μοριά, που συντάχτηκαν μεταξύ των ετών 1461-1463, όπου αναφέρεται και το Karye-i Zervini (χωριό Δερβινή) με 70 νοικοκυριά (hane), 11 νοικοκυριά ανύπαντρων (εργένηδων-mocerred) και 4 νοικοκυρά με αρχηγό τη χήρα μητέρα (bive).. Στους απογραφικούς πίνακες του Ενετού Προνοητή του Μοριά Φραγκίσκου Grimani, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1700, η ονομασία του χωριού εκφέρεται ως Deruvini, με 32 οικογένειες, οι οποίες αριθμούσαν συνολικά 121 άτομα". (4)

   "Για την προσέλευση του ονόματος Δερβινή υπάρχουν πολλές απόψεις. Μία απ' αυτές λέει ότι η ονομασία προέρχεται από το Derbent (δερβένι), που σημαίνει στενό, κλεισούρα, δίοδος μεταξύ δύο βουνών. Μια άλλη ότι έχει συγγένεια με το ομόηχο Δέλβινο της Ηπείρου ενώ μια τρίτη ότι προέρχεται από παραφθορά της αρχαιοελληνικής λέξης δειράς-άδος που σημαίνει δυσπρόσιτο μέρος, φαράγγι. Όσον αφορά το Δερβινή αντί Βερβινή πρόκειται για παραλλαγή του αρχικού Δερβινή με αντικατάσταση του Β από το Δ. 

  Το όνομα Δερβινή (ή Βερβινή) διατηρήθηκε μέχρι το 1928. Με το διάταγμα της 19-7-1928 που δημοσιεύτηκε στο 156/8.8.1928 ΦΕΚ, τεύχος Α΄,μετονομάστηκε σε Κρυόβρυση από τα άφθονα κρύα νερά που αναβλύζουν από τις δυτικές υπώρειες του Λάμπειου όρους". (5)

 Σημειώσεις-παρατηρήσεις

(1). Από το φωτογραφικό αρχείο της Ελένης Ψυχογιού. Την ευχαριστώ.

(2). Πληροφορίες του Παναγ. Θ. Παπαθεοδώρου Θεολόγου-Επίτ. Δ/ντή Β/θμιας Εκπ/σης στον γράφοντα. Τον ευχαριστώ.

(3). Παναγιώτης Θ. Παπαθεοδώρου. «Οι νερόμυλοι της Βερβινής». Σελίδες 510-511 ΗΛΕΙΑΚΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ-ΗΛΕΙΑΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ 11. Ιστορική-λαογραφική-λογοτεχνική έκδοση.

(4). Παναγιώτης Θ. Παπαθεοδώρου, Θεολόγος-Επίτ. Δ/ντή Β/θμιας Εκπ/σης. "Ιστορικο-φιλολογικά ανάλεκτα", Έκδοση Συλλόγων Κρυοβρυσιωτών Πάτρας και Αθήνας. Πάτρα 2019. σελ. 9-11-12.

(5). Παναγιώτης Θ. Παπαθεοδώρου, Θεολόγος-Επίτ. Δ/ντή Β/θμιας Εκπ/σης. Η Δερβινή Στην Αρχή Της Τουρκοκρατίας", Μέσα από τα Οθωμανικά κατάστιχα των ετών (1461-63). Πάτρα 2016, σελ. 43-44.