Αρχείο Γεφυριών Πελοποννήσου

Αρχείο Γεφυριών Πελοποννήσου
Πετρογέφυρα: διαδρομές...της φύσης τα καμώματα...δημιουργήματα...μνήμες...αναφορές...βιώματα

Τιμή στους μάστορες, που άφησαν με τα εμπνευσμένα έργα των χεριών τους το ίχνος τους στην ιστορία της νεοελληνικής αισθητικής, σμιλεύοντας την πέτρα και δαμάζοντας το νερό της Πελοποννησιακής γης, με την απαράμιλλη τεχνική τους, τη φλόγα της ψυχής τους και το σεβασμό στη φύση.
Ας γνωρίσουμε αυτούς και τα έργα τους.

Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

6. Η συνθηματική γλώσσα τους - Περί Λαγκαδινών μαστόρων


Ευτούνα τα βγάλανε οι Ρεκουνιώτες που ήσαντε διακονιαραίοι, αλλά και μερικοί μαστόροι

Οι Λαγκαδινοί χτιστάδες, ανέπτυξαν και χρησιμοποιούσαν μεταξύ τους δική τους συνθηματική γλώσσα για να μη γίνονται κατανοητοί από τους άλλους, να προφυλάσσονται, να ξεγελούν και να αμύνονται.
Η συνθηματική αυτή γλώσσα ήταν μείγμα από άλλες συνθηματικές γλώσσες διαφόρων περιοχών της Ελλάδας όπως επίσης και από ρουμάνικα, τούρκικα, βουλγάρικα, ιταλικά, τσιγγάνικα, αρβανίτικα κ. ά.
Η γλώσσα αυτή λεγόταν Μπολιάρικα, Ρεκουναίϊκα (Ρεκούνι, το Λευκοχώρι) ή Κρεκόνικα σε σχέση με τα Μπαραμπάτικα των Κλουκινοχωριτών και τα Κουδαραίϊκα των φημισμένων Ηπειρωτών μαστόρων.
Οι συνθηματικές γλώσσες της Πελοποννήσου (Κρεκόνικα και Μπαραμπάτικα) λίγο μοιάζουν με τις αντίστοιχες γλώσσες των Ηπειρωτών μαστόρων, των μαστόρων της Μακεδονίας και αυτών της Θράκης. Αλλά, ούτε και μεταξύ τους έχουν μεγάλη σχέση, αφού λίγες λέξεις είναι ίδιες.
H γλώσσα των λαγκαδινών μαστόρων είχε φτωχό λεξιλόγιο, που κυρίως είχε σχέση με το χρήμα, το φαγητό, την επαφή τους με τους νοικοκύρηδες και τις σχέσεις τους με την εξουσία.
Η αιτία γέννησης, ύπαρξης και λειτουργίας αυτής της ξεχωριστής γλώσσας ήταν η ανάγκη του να μην τους αντιλαμβάνονται οι εκτός του μπουλουκιού καθώς και τα κοινά συμφέροντα και κυρίως η ανασφάλεια.
Χρήση της συνθηματικής γλώσσας γινόταν από ανθρώπους “με κοινά ενδιαφέροντα ή με την ίδια απασχόληση, ομότεχνα, κάποτε για αστεία, συνήθως όμως με σκοπό να συνεννοούνται μεταξύ τους, έτσι που να μην τα καταλαβαίνουν οι άλλοι, συχνά μάλιστα για να πολεμήσουν την κοινωνία, προς την οποία βρίσκονται, με τα ιδιαίτερά τους συμφέροντα, σε αντίθεση και εχθρότητα.” (1)
Περιφερόμενοι καθώς ήσαν και με εντελώς ξεχωριστό τρόπο ζωής, αποκομμένοι πολλές φορές από τις τοπικές κοινωνίες, καταγόμενοι από ορεινή περιοχή και αναγκασμένοι να δουλεύουν στην υπηρεσία ξένων, μακριά από τους δικούς τους, τους έκανε να εφεύρουν και να χρησιμοποιούν την κρυφή, μυστική και συνθηματική αυτή γλώσσα.


"Το Τρανό χωριό"
Η συνηθισμένη απάντηση, σαν δικαιολογία στο ερώτημα για το λόγο χρήσης αυτής της γλώσσας ήταν “για να μη μας καταλαβαίνει ο κόσμος και ο νοικοκύρης”, “για να μη μας πάρουν χαμπάρι”, “για τα συμφέροντά μας”.
Παρακάτω παραθέτουμε λέξεις και φράσεις από τη σχετική μελέτη του Χρ. Γ. Κωνσταντινόπουλου: (2)
Ακόνι ~ σώπα, πάψε   Αράχοβα ~ πατάτα
Αρτοζίνος~ ψωμί   Βελαζούρα~ προβατίνα, γίδα
Γιαπί ~ σπίτι  Γκούρα ~ πέτρα
Γκλιούμενο~ γάλα  Γλυστερό ~ σαπούνι
Γράζω ~ έχω  Γρίβας ~ ασβέστης
Δασκαλάκης~καφές  Δικηγόρος ~ ρέγγα
Ευρώπη ~ οικοδόμημα, έργο   Ζαμπλαρίκος~ τραχανάς
Ζαντεύω ~ χαζεύω   Ζαντούλης,α ~ χαζούλης, α
Θάλασσα ~ σαρδέλα   Ιταλοί ~ μακαρόνια
Καλαντζόγιαννης~παστό, χοιρινό  Καφτερό ~ κρεμμύδι
Κιούσης ~ μάστορας  Κολοβή ~ τρόπος απάτης
Κολοβά ~ χρήματα   Κότης (Γκότης)~νοικοκύρης
Κοτόπουλο ~ αγόρι   Σιόπερος ~ ανόητος
Στάρωμα ~ μεθύσι  Στηλώνω ~ σωπαίνω, προσέχω
Ταξιάρχης ~ ρολόι, ώρα   Τρανό χωριό~ τα Λαγκάδια
Τσιαχτάϊ ~ ψωμί, φαγητό  Κρέκονας ~ μάστορας
Κρεκονιά ~ μαστοριά  Κρεκονοχώρι~ τα Λαγκάδια
Κρεκούκι ~ άμμος  Κρεμμύδι ~ ρολόι
Λιγδερή ~ ελιά  Λίμα ~ συζήτηση
Λουμίδης ~ καφές  Μαγκαρίνι ~ ζώο, γαϊδούρι
Μαλάτος ~ παππάς   Μαλάτινα ~ παπαδιά
Μαλετσικάκι~παιδάκι  Μάνα ~ πρωτομάστορας
Μανώλης ~ τραχανάς  Μαντάρωμα~ξεγέλασμα, απάτη
Πίγκες ~ τσαρούχια, παπούτσια   Μαντζαρία ~ φαγητό
Πινίρι ~ τυρί   Μαντζιάρω ~ νοικοκυρά
Πρίφτης ~ παππάς  Μαυροζούμι~ καφές
Σιόρος ~ κρασί  Σκάλα ~ ρύζι
Τζίκης ~ αγροφύλακας  Στηλωτά ~ σιγά-σιγά, κρυφά
Τσιαλιμάκενα ~ γριά  Τούρα ~ σπίτι
Μαυροχάβιαρο~ελιά  Μπαγιάκλα ~ λάσπη
Μπάτσος ~ χωροφύλακας  Μολοχώνης ~ κρέας
Μπόσης ~ πρωτομάστορας  Μπουλιάρεμα~ ζητιανιά
Μπουλιάρικα~τα μαστόρικα  Μπουρνάτο ~ τσιγάρο
Ντρούμιζες ~ τριφτιάδες   Παρασκευάς ~ τρόπος απάτης
Πατσαβιά ~ χρήματα, λεφτά   Περιστέρι ~ κρεμμύδι
Πιάστρες ~ λεφτά  Πρωτοπαπαδάκης~μείωση μισθού
Ρουσιάς ~ τυρί  Σιαρλαγάνι ~ λάδι
Σιορόνω ~ πίνω  Στασινόπουλος~καφές
Στήλω ~ πρόσεξε, φυλάξου  Τζίφια ~ μάτια
Τσιουλάω ~ έρχομαι  Τσιαχταϊζω ~ τρώγω
Φοράμενα ~ ρούχα  Φωτερίζω ~ βλέπω, αγναντεύω
Χαμουρεύω ~ χαϊδεύω, κορτάρω  Φότσελε ~ πάψε, σώπα
Φωτερά ~ μάτια
Βερδίλω γλαβίζει τώρα ~ η γριά κοιτάει το σπίτι
Κυλάει πολύς ασημάκης ~ πληρώνουν καλά, υπάρχει δουλειά και θα κερδίσουμε πολλά λεφτά.
Τσιουλάει κερές ~ έρχεται ο ιδιοκτήτης, ο νοικοκύρης
Πάψτε τη λίμα ~ αφήστε το κουβεντολόϊ
Στήλω φωτάει ~ σώπα (σε) βλέπει
Στηλωτά ~ σιγά-σιγά, προσεκτικά, φυλάξου
Τα κράζεις τα Κρεκόνικα; ~ μιλάς τα μαστόρικα;
Μπαγιάκλα τζίφια ~ λάσπη στα μάτια, στα μούτρα
Θα πέσει (ή θα δουλέψει) Παρασκευάς ~ μικροαπάτη σε βάρος του αφεντικού.
Θα πέσει (ή θα δουλέψει) κολοβή ~ μικροαπάτη σε βάρος του αφεντικού.
Θα πέσει Πρωτοπαπαδάκης ~ θα κοπεί το μερτικό.
Κερές λέει ότι θα τσιουλίσει μισο(Πρωτο)παπαδάκης ~ ο ιδιοκτήτης λέει ότι θα καταβάλει τα μισά χρήματα. (3)


"Παραλογγίτικο" γεφύρι. Έργο των αδελφών Πουρνάρα
(Φωτο: ΑΓΠ)
Από τη μελέτη του Γιάννη Θ. Παπαθεοδώρου ξεσηκώνουμε επίσης ενδεικτικά κάποιες λέξεις από τη συνθηματική γλώσσα των λαγκαδινών μαστόρων της πέτρας:
Κερέ ~ άνδρας, αφεντικό, ιδιοκτήτης  Κόταινα ~ γυναίκα, νοικοκυρά
Βερδίλω-ης ~ γριά, γέρος   Κρίκονες~μαστόροι, χτίστες
Μαλέτσικο-πούλου~ αγόρι, κορίτσι Μπάνικο~καλό, όμορφο
Γλαβίζω~βλέπω, παρακολουθώ   Μπουλεύω~φεύγω
Φωτεράω~βλέπω, αποκαλύπτω  Τσιαχτάϊ ~ φαγητό
Μαζαράκι~κρέας   Κωνσταντάρας~το τυρί
Γιάρμενα~οι φακές  Κέρτεζη~ τα φασόλια
Κουβαράς~ το κρασί  Μπούλιζες~ οι κότες
Γρέτσιασε~έσφαξε  Σιόρωσε~ μέθυσε
Μπίτισε~έπεσε, γκρεμίστηκε, πέθανε
Πατέλος~χωροφύλακας, αστυνομικός γενικά
Ζαντός-ή~χαζός-ή ή κάποιος με ελάττωμα
Κουτσιάστηκε~χτύπησε, τραυματίστηκε
Βρονταμάς~το ετοιμόρροπο, έτοιμο να βυθίσει
Στήλωνε, στηλωτά~πρόσεχε να μη σε αντιληφθούν
Ζαμπόχα~το σπαρμένο χωράφι (4)
Άλλες συνθηματικές λέξεις της μυστικής γλώσσας των λαγκαδινών μαστόρων ήσαν:
Κατάδικο~ το παστό  Μουσκούρεμα~ο έρωτας
Σκοπετεινός~ο βακαλάος  Χαυγαριό~το γαϊδούρι
Πισπορδινιάσω~πίνεις για να κεράσω;
Κίσκηλα~χαμηλής αξίας αντικείμενο.
Επίσης χρησιμοποιούσαν με άνεση και τα ανάποδα. Αν ήθελαν να πουν για παράδειγμα στα ανάποδα, παιδί έλα εδώ, έλεγαν: “Διπαί λαέ δώε”.
Χρησιμοποιούσαν άνετα τα κορακίστικα ή αφαιρούσαν συλλαβή, π.χ αντί για πορτοφόλι έλεγαν “φόλι” .
Επίσης στη γλώσσα τους το δημοτικό τραγούδι ο Χαραλάμπης γίνεται:
Ο Ραχαλάμπης.
Σιφίξου Ραχαλάμπη να σε ντραπέψουμε
Να γιάρουμε να νίπουμε και να ροχέψουμε
Δεν την λέθω, θα την ράπεις...”
Πολλές φορές αναγραμματίζουν λέξεις π.χ κατσώνω αντί τσακώνω, ενώ άλλες φορές χρησιμοποιούν λέξεις από την Ελληνική γλώσσα με άλλη σημασία, όπως:
Ίσκιος ~ φυλακή
Σφούγγος~μαντήλι
Κόκκινο~κεραμίδι κ.ά (5)
Ο Χρ. Γ. Κωνσταντινόπουλος, θεωρεί ότι τη συνθηματική γλώσσα των λαγκαδινών “την έβγαλαν οι Ρεκουνιώτες διακονιαραίοι”, πράγμα το οποίο δέχονται και πολλοί λαγκαδινοί λέγοντας ότι “ευτούνα τα βγάλανε οι Ρεκουνιώτες που ήσαντε διακονιαραίοι, αλλά και μερικοί μαστόροι”. Επίσης θεωρεί ότι το λεξιλόγιο είχε να κάνει με το χρήμα, το φαγητό, τις σωματικές ανάγκες, τις επαφές με τον ιδιοκτήτη, μεταξύ των κλπ. Πολλές από τις λέξεις είναι τοπωνύμια των Λαγκαδίων, παρατσούκλια λαγκαδινών κ.ά. (6)
Γενικά όμως, μπορεί να ειπωθεί ότι οι κοινωνικές και οικονομικές ανάγκες, όπως επίσης και η αποφυγή των προβλημάτων έκαναν τους λαγκαδινούς μαστόρους να ανακαλύψουν και να χρησιμοποιήσουν συνθηματική γλώσσα για να επιβιώσουν, κυρίως κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας.
Βιβλιογραφία - σημειώσεις
  1. Μαν. Τριανταφυλλίδης. “Τα Ντόρτικα της Ευρυτανίας”. Λαογραφία, 7 σελ.243. 1923
  2. Χρ. Γ. Κωνσταντινόπουλος. “Οι λαγκαδινοί μαστόροι” Ιστορικολαογραφική μελέτη. Αθήνα 1970
  3. Ομοίως.
  4. Γ. Θ. Παπαθεοδώρου. “Λευκοχώρι” Αθήνα 1982
  5. Καλ. Παπαθανάση-Μουσιοπούλου. Συνθηματικές γλώσσες. Εθνολογικές και Κοινωνικές επιπτώσεις. Σελ. 273. Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου. Θεσσαλονίκη 1977.
  6. Χρ. Γ. Κωνσταντινόπουλος. “Οι λαγκαδινοί μαστόροι”. Ιστορικολαογραφική μελέτη. Αθήνα 1970.